Η μάχη της Τηλλυρίας
Συμπληρώνονται σήμερα, 57 χρόνια από τις μάχες της Τηλλυρίας.
Μνήμες ξυπνούν και πάλι σήμερα στην περιοχή της Τηλλυρίας όπου οι κάτοικοί της έζησαν εφιαλτικές στιγμές πριν από 57 χρόνια, όταν η τουρκική πολεμική αεροπορία έριχνε βροχή τις βόμβες ναπάλμ για τρεις συνεχόμενες ημέρες, 7, 8 και 9 Αυγούστου 1964, πάνω από κατοικημένες περιοχές ακόμα και το νοσοκομείο στον Παχύαμμο.
Στα πλαίσια υλοποίησης των σχεδιασμών του τουρκικού επεκτατισμού (για υποκίνηση τουρκοκυπριακής ανταρσίας, επέμβαση στο νησί και διχοτόμηση της Κύπρου), στην περιοχή δημιουργήθηκε θύλακας, υπό τον άμεσο έλεγχο Τούρκων αξιωματικών, που είχε ως βάση του τα παραθαλάσσια χωριά Κόκκινα και Μανσούρα.
Ο θύλακας αυτός αποτελούσε στην ουσία προγεφύρωμα της Τουρκίας στην Κύπρο, αφού της έδινε τη δυνατότητα για λαθραίες εισαγωγές όπλων και στρατιωτών στην Κύπρο από την Τουρκία.
Ο κίνδυνος για επέκταση του θύλακα ήταν επικείμενος, οι προκλήσεις συνεχείς, και τέθηκε επιτακτικά θέμα ασφάλειας των Ε/κ κατοίκων της περιοχής.
Μανσούρας – Κοκκίνων μάχη ~ Η μάχη της Τηλλυρίας
Οι μάχες στην Μανσούρα χαρακτηρίζονται ως το σημαντικότερο επεισόδιο των διακοινοτικών ταραχών που προέκυψαν μετά την πρόταση του Αρχιεπισκόπου Μακαρίου για αλλαγή του Συντάγματος των Συνθηκών της Ζυρίχης -Λονδίνου.
Τα γεγονότα που οδήγησαν στη μάχη Μανσούρας-Κοκκίνων περιέγραψε ο Μακάριος σε επιστολή του προς τον Γ. Παπανδρέου, ημερομηνίας 21 Φεβρουαρίου 1965. Σχετικό άρθρο δημοσίευσε και ο στρατηγός Γρίβας στις 12 Αυγούστου 1973.
Η προσπάθεια των ελληνοκυπριακών δυνάμεων (της νεοϊδρυθείσας τότε Εθνικής Φρουράς) με τις επιχειρήσεις Μανσούρας – Κοκκίνων, ήταν αφενός να αντιμετωπιστεί η συνεχής προσπάθεια των Τούρκων να επεκτείνουν το προγεφύρωμα τους στην περιοχή, που δημιουργούσε και σοβαρότατα προβλήματα ασφάλειας για τους Ελληνοκύπριους κατοίκους της, και αφετέρου να εξουδετερωθεί η παράνομη μεταφορά στην Κύπρο από την Τουρκία, μέσω του προγεφυρώματος Μανσούρας – Κοκκίνων, όπλων και εύψυχου υλικού.
Λίγο νωρίτερα ο Γεώργιος Γρίβας είχε αναλάβει την στρατιωτική ηγεσία της ΑΣΔΑΚ. Η στρατιωτική αυτή αρχή ιδρύθηκε στις 3 Ιουλίου 1964, προκειμένου να λυθεί το θέμα των εξουσιών του στρατηγού Γεωργίου Γρίβα – Διγενή, ο οποίος είχε φτάσει μυστικά στην Κύπρο στις 9 Ιουνίου του 1964, μετά τις Διακοινοτικές Ταραχές του 1963. Ως επικεφαλής της ΑΣΔΑΚ ο Γρίβας είχε την εποπτεία της Εθνικής Φρουράς της ΕΛΔΥΚ και της Ελληνικής Μεραρχίας που άρχισε τότε να συγκροτείται μυστικά στην Κύπρο.
Ο στρατηγός Γρίβας γράφει ότι είχε υποδείξει γραπτώς την ανάγκη εκκαθαρίσεως το ταχύτερο της περιοχής, ευθύς μετά την έναρξη της ανταρσίας των Τουρκοκυπρίων (τέλη του 1963). Επίσης όταν έφτασε τον Ιούλιο του 1964 στην Κύπρο κι ανέλαβε την ηγεσία των στρατευμένων Ελληνοκυπρίων (διοικητής της Εθνικής Φρουράς ήταν ο στρατηγός Γ. Καραγιάννης), γράφει ότι πολλές φορές υπέδειξε την ανάγκη απαλλαγής από το τουρκικό προγεφύρωμα Μανσούρας-Κοκκίνων.
Στη Μοσφιλερή
Τα πράγματα χειροτέρευσαν όταν στις 18 Ιουνίου 1964 οι Τούρκοι Μανσούρας – Αγίου Θεοδώρου επιτέθηκαν κατά του ελληνοκυπριακού χωριού Μοσφιλερή που βρίσκεται ανάμεσά τους. Στο μεταξύ είχε αποκαλυφθεί πλήρως και η εισαγωγή οπλισμού από την Τουρκία για τους Τουρκοκύπριους μέσω Μανσούρας (11 Μαΐου 1964), όταν στις 26 Μαΐου 1964 συνελήφθη Άγγλος λοχίας της ειρηνευτικής δύναμης να μεταφέρει οπλισμό στο εσωτερικό του νησιού για λογαριασμό των Τούρκων. Μετέφερε επίσης επιστολή της τουρκικής ηγεσίας του θυλάκου Μανσούρας – Κοκκίνων στην οποία αναφερόταν ότι θα καταβαλλόταν συνεχής προσπάθεια ισχυροποίησης και επέκτασης του προγεφυρώματος μέχρις ενώσεώς του με τον τουρκοκυπριακό θύλακο της Λεύκας. Όταν στις 9 Ιουλίου 1964 οι Τουρκοκύπριοι επιχείρησαν νέα προέκταση του προγεφυρώματός τους, καταλαμβάνοντας το ύψωμα «Λωρόβουνος», κι άρχισαν να διακινούν στρατιωτικό υλικό και προς άλλες περιοχές, ιδίως προς την κατεύθυνση του Λιμνίτη, ελήφθη η απόφαση για δράση κατά του προγεφυρώματος. Ο αρχιεπίσκοπος Μακάριος, με την επιστολή προς τον Παπανδρέου, ανέλαβε πλήρη προσωπική ευθύνη για την απόφαση αυτή. Ο στρατηγός Γρίβας στο άρθρο του λέγει ότι η απόφαση είχε ληφθεί σε σύσκεψη πολιτικής και στρατιωτικής ηγεσίας στις 6 Αυγούστου 1964.
Η αρχή της αντίστασης
Η επίθεση των ελληνοκυπριακών δυνάμεων άρχισε το απόγευμα της 7ης Αυγούστου 1964, επικεφαλής δε των νεοσύλλεκτων στρατιωτών βρίσκονταν αξιωματικοί εξ Ελλάδος. Το πρωί της 8ης Αυγούστου κατελήφθη ο «Λωρόβουνος» ενώ το ίδιο πρωί έφθασε μήνυμα από την Ελλάδα (Γ. Παπανδρέου) που ζητούσε άμεσο τερματισμό των επιχειρήσεων. Το απόγευμα της ίδιας ημέρας ενεπλάκησαν και τα πολεμικά αεροπλάνα της Τουρκίας, που βομβάρδισαν τις ελληνοκυπριακές θέσεις από τις 16.20 μέχρι τις 18.30. Την κρίσιμη αυτή στιγμή σημειώθηκε σοβαρή διαφορά μεταξύ αρχιεπισκόπου Μακαρίου και στρατηγού Γρίβα, με αποτέλεσμα ο δεύτερος να υποβάλει παραίτηση και ν’ αποσυρθεί, για να επιστρέψει στη θέση του μετά από δύο μέρες. Ωστόσο οι στρατιωτικές επιχειρήσεις είχαν συνεχιστεί και, παρά την γενικότερη κρίση που είχε σημειωθεί και που επηρέασε και τις σχέσεις Ελλάδας-Τουρκίας, το τουρκοκυπριακό προγεφύρωμα Μανσούρας-Κοκκίνων διαλύθηκε. Η ίδια η Μανσούρα είχε καταληφθεί από την Εθνική Φρουρά.
Από τα έγγραφα και τις άλλες αποδείξεις που βρέθηκαν στη Μανσούρα, προέκυψε ότι πράγματι, πρόθεση των Τούρκων ήταν να δημιουργήσουν ισχυρότατο και μεγάλης εκτάσεως θύλακο στην παραθαλάσσια αυτή περιοχή της Κύπρου, που ασφαλώς σκόπευαν να τον χρησιμοποιούν για μελλοντικές στρατιωτικές δραστηριότητές τους. Την εξουδετέρωση των σχεδίων τους αυτών, ο στρατηγός Γρίβας ονόμασε μεγάλη νίκη.
Οι μάχες της Μανσούρας- Κοκκίνων, ωστόσο, κατέδειξαν μόνο ένα μέρος της κρίσης. Στη συνέχεια οι Τουρκοκύπριοι αποχώρησαν από όλα τα σώματα της Κυπριακής Δημοκρατίας εγκαθιστώντας δική τους διοίκηση και κλείστηκαν στους λεγόμενους Τουρκοκυπριακούς Θύλακες με πιο σημαντικό αυτόν της Λευκωσίας στην περιοχή Κιονελι.